Τετάρτη 19 Ιουνίου 2013

Πώς θα καταλάβω αν το παιδί μου έχει προβλήματα συμπεριφοράς;

Ένα πρώτο βήμα στην αντιμετώπιση των προβλημάτων συμπεριφοράς αποτελεί ο
 
 
ακριβής και κατάλληλος προσδιορισμός της προβληματικής συμπεριφοράς. Η ανθρώπινη

συμπεριφορά είναι μία σύνθετη πραγματικότητα, που απαιτεί προσοχή ως προς τον

προσδιορισμό και την ερμηνεία της. Κάθε συμπεριφορά παρουσιάζεται σε ένα κοινωνικό

πλαίσιο. Τόσο η αύξηση, όσο και η μείωσή της εξαρτάται από τη δυναμική της συμπεριφοράς

των άλλων. Συνεπώς, η ίδια συμπεριφορά μπορεί να χαρακτηρίζεται ως προβληματική από

έναν εκπαιδευτικό και όχι από κάποιον άλλο, εξαρτάται δηλαδή από τα υποκειμενικά

κριτήρια και τα επίπεδα ανοχής του κάθε εκπαιδευτικού. Ακόμη, ένας μαθητής μπορεί να έχει

μεγαλύτερη υπερκινητικότητα κατά τις τελευταίες ώρες της σχολικής μέρας, ενώ κατά το

πρώτο δίωρο να παραμένει στη θέση του για περισσότερο χρονικό διάστημα.

Σε μια προσπάθεια μείωσης του υποκειμενισμού στους ορισμούς των προβλημάτων

συμπεριφοράς έχουν προταθεί ορισμένα κριτήρια. Έτσι, θα πρέπει να πληρούνται

τουλάχιστον μερικά από αυτά για τον προσδιορισμό μιας συμπεριφοράς ως «προβληματικής»

(Zarkowska & Clements, 1994).
 

Κριτήρια
 
 
 



1. Ακατάλληλη συμπεριφορά σε σχέση με το αναπτυξιακό επίπεδο και την ηλικία του

παιδιού.

Αυτό το κριτήριο αναφέρεται στο κατά πόσο μία συμπεριφορά συνιστά απόκλιση από αυτήν

που αναμένεται με βάση την αναπτυξιακή ηλικία του παιδιού, αν δηλαδή υπάρχει

αναπτυξιακή ανωριμότητα. Αναζητούμε μήπως η συγκεκριμένη συμπεριφορά μπορεί να

εξηγηθεί στα πλαίσια μιας χαμηλότερης νοητικής ικανότητας, που μπορεί να αξιολογηθεί με

μία δοκιμασία νοημοσύνης. Στην περίπτωση που υπάρχει μία οριακή νοημοσύνη ή ελαφρά

νοητική υστέρηση, μία τέτοια πληροφορία θα ήταν διαφωτιστική για την εμφάνιση και τη

διατήρηση αυτής της συμπεριφοράς.
 
 



2. Επικίνδυνη συμπεριφορά για την σωματική ακεραιότητα και ασφάλεια του ίδιου του

παιδιού και των άλλων.

Εδώ η έμφαση βρίσκεται στο κατά πόσο η συνέχιση αυτής της συμπεριφοράς είναι επιζήμια

για τον εαυτό και τους άλλους (δασκάλα, συμμαθητές, γονείς, αδέλφια). Ανεξάρτητα από το

αν η συμπεριφορά αυτή συνδέεται με χαμηλή νοητική ικανότητα, ελέγχεται αν συνιστά

παράγοντα υψηλού κινδύνου. Για παράδειγμα, ένα παιδί με υπερκινητικότητα μπορεί να

κάνει πολλές κινήσεις με βιασύνη και αδεξιότητα, με αποτέλεσμα να τραυματίζει τον εαυτό

τους ή τους άλλους.
 
 



3. Η συμπεριφορά αποτελεί αιτία ψυχολογικής πίεσης για τους άλλους.

Τα προβλήματα συμπεριφοράς μπορεί να προκαλούν ψυχολογική αναστάτωση σε άλλα

παιδιά/ ενήλικες. Αυτό μπορεί να αποκαλύπτεται από παράπονα των συμμαθητών «ότι δεν

θέλουν να παίξουν ή να καθήσουν δίπλα» σε ένα παιδί που η συμπεριφορά του είναι

απειλητική και δημιουργεί φόβο και άγχος. Ακόμη, η επικοινωνιακή σχέση της δασκάλας με

αυτό το παιδί μπορεί είναι ιδιαίτερα φορτισμένη, λόγω της επιθετικότητας ή του αρνητισμού

του μαθητή.
 
 



4. Η συμπεριφορά είναι ανασταλτικός παράγοντας για τη μάθηση.

Όταν μία συμπεριφορά συνδέεται με προβλήματα μάθησης, είτε στο γνωστικό τομέα είτε

στην κοινωνική ανάπτυξη του παιδιού, μπορεί να χαρακτηριστεί ως προβληματική. Για

παράδειγμα, ένα παιδί με μεγάλη διάσπαση προσοχής αδυνατεί να παρακολουθήσει το

μάθημα και να βελτιώσει την επίδοσή του. Ή ένας μαθητής με επιθετικότητα μπορεί να είναι

κοινωνικά απομονωμένος, καθώς απορρίπτεται από τα άλλα παιδιά. Και στις δύο

περιπτώσεις, το πρόβλημα συμπεριφοράς λειτουργεί ως εμπόδιο για την αξιοποίηση των

ευκαιριών για μάθηση και κοινωνικοποίηση στο σχολείο.

Παρόλο που παιδιά με προβλήματα συμπεριφοράς εμφανίζουν πολύ συχνά χαμηλή επίδοση

στο σχολείο, είναι δύσκολο να υποστηριχθεί μία σχέση αιτίου-αποτελέσματος. Αυτό που θα

μπορούσε να υποστηριχθεί είναι ότι πρόκειται για μία κυκλική παρά γραμμική σχέση.

Δηλαδή, ο μαθητής καθώς συνεχίζει την ίδια συμπεριφορά συσσωρεύει μαθησιακά κενά, που

τροφοδοτούν την αδιαφορία του για το μάθημα και εξασθενούν τα κίνητρα συμμετοχής του

στο μάθημα, οπότε το πρόβλημα συμπεριφοράς στο μάθημα αποσκοπεί στην αποφυγή των

εργασιών που είναι γι’αυτόν ανιαρές και δύσκολες.
 
 
 



5. Συμπεριφορά αντίθετη με τις κοινωνικές σταθερές.
 

 
 
Μία συμπεριφορά που παραβιάζει κανόνες που συνιστούν τις σταθερές και τα πρότυπα

συμπεριφοράς μέσα στο σχολείο προσδιορίζεται ως προβληματική (όπως οι κλοπές, το

σκασιαρχείο, οι υλικές καταστροφές στο χώρο του σχολείου, η χρήση τοξικών ουσιών, η
 


κακοποίηση άλλων παιδιών). Σύμφωνα με αυτό το κριτήριο, το πρόβλημα συμπεριφοράς

εξετάζεται για να βρεθεί αν περιλαμβάνει πράξεις που συνιστούν παραπτώματα και έχουν

σοβαρές ποινικές συνέπειες.