Τρίτη 7 Αυγούστου 2012

Πέστε το με ένα.....παραμύθι!

Ο πρώτος βασικός ρόλος του παραμυθιού είναι η ψυχαγωγία του παιδιού, δεν είναι όμως μόνο αυτό. Με το παραμύθι το παιδί νιώθει, κατανοεί, διαχειρίζεται και αλλάζει. Το παραμύθι, άλλωστε, μοιάζει τόσο με την αληθινή ζωή. Πάντα υπάρχει ένας ήρωας, μια διαδρομή κι ένας στόχος και ενδιάμεσα δυσκολίες, εχθροί και σύμμαχοι.
Το παραμύθι επιτρέπει στο παιδί να βιώσει αυθόρμητα τα άγχη του, τις επιθυμίες και τις ανάγκες του με ασφάλεια. Η επιβεβαίωση ότι τα εμπόδια ξεπερνιούνται κι όλα τελικά πηγαίνουν καλά είναι πολύ σημαντική για να νιώσει το παιδί ηρεμία.
Επιπλέον, το παραμύθι επεμβαίνει διορθωτικά στην πραγματικότητα. Είναι ένας ασφαλής χώρος για να αναπτυχθεί και να διορθώσει τις αδυναμίες του ή να δεχτεί ανώδυνα τις ματαιώσεις της ζωής. Τέλος, του δίνει τη δυνατότητα να αφομοιώσει πιο σύνθετες έννοιες, όπως το πένθος, την απώλεια, τις κοινωνικές διαφορές, τις ηθικές αξίες. Στην ουσία, το παραμύθι δουλεύοντας σε ένα φανταστικό χώρο προετοιμάζει το παιδί για την πραγματική ζωή!
Τα παραμύθια παίζουν σημαντικό ρόλο στην καλλιέργεια του ψυχισμού των παιδιών, γιατί περιέχουν στοιχεία και χαρακτήρες με τα οποία το παιδί ταυτίζεται και μέσα από αυτά εκφράζει και διαχειρίζεται ασυνείδητα κομμάτια του ψυχισμού του. Το παραμύθι, επειδή είναι ένας κόσμος φανταστικός, δημιουργεί το περιθώριο στα παιδιά να αφεθούν σε κομμάτια του ψυχισμού τους, που έξω από το παραμύθι μπορεί να φαντάζουν απειλητικά ή απίθανα.
Για παράδειγμα, ο δράκος ενός παραμυθιού μπορεί να είναι ένας χαρακτήρας με τον οποίο ένα θυμωμένο παιδί μπορεί να ταυτιστεί για να εκτονώσει το θυμό του. Επιπλέον, μπορεί να χρησιμοποιήσει αυτόν τον ήρωα για να προβάλλει επάνω του τα στοιχεία κάποιου προσώπου απ’ την πραγματική του ζωή, ενός προσώπου που φαίνεται απειλητικό στο παιδί.
Βλέπουμε, λοιπόν, ότι μέσα από το παραμύθι και τη φαντασία δίνεται η δυνατότητα στο παιδί να παλέψει με το δράκο και να τον νικήσει, κάτι που πιθανότατα δε θα μπορούσε να κάνει στην καθημερινότητά του με ένα πρόσωπο που το “απειλεί”. Δεν είναι καθόλου τυχαίο που καταφεύγουν στη φαντασία κυρίως παιδιά που έχουν δυσκολία να βάλουν τα συναισθήματά τους ξεκάθαρα σε λέξεις, είτε γιατί έχουν λεκτικές δυσκολίες, είτε γιατί τους είναι συναισθηματικά δύσκολο να μιλήσουν με ειλικρίνεια για το πώς αισθάνονται.
Τα παραμύθια λειτουργούν βάσει των προβολικών μηχανισμών του ανθρώπινου ψυχισμού (διαδικασίες μέσα από τις οποίες ένας άνθρωπος προβάλλει σε μια ιστορία στοιχεία από τη δική του ζωή και τον εσωτερικό του κόσμο). Μέσα από αυτές τις διαδικασίες προκύπτουν και ταυτίσεις με τους ήρωες των παραμυθιών ή με τα γεγονότα, όπως διαδραματίζονται σ’ αυτά. Ένα παιδί μπορεί να ταυτιστεί και με το τέλος μιας ιστορίας ή να θελήσει να την αλλάξει.
Συνήθως, οι αλλαγές που μπορεί να θέλει να κάνει το παιδί σε ένα παραμύθι, η έντονη συμπάθειά του και η προσκόλληση σε μια ιστορία ή αντίστοιχα η απέχθειά του γι’ αυτή, δείχνουν πολλά για τον ψυχισμό του παιδιού, αλλά και τη ζωή του. Αν για παράδειγμα, το παιδί στο παραμύθι με τα τρία γουρουνάκια πει στη μαμά του ότι αυτά δεν καταφέρνουν να προστατευτούν από τον κακό λύκο ή ότι ο κακός λύκος είναι πιο δυνατός και τα καταφέρνει καλύτερα από τα γουρουνάκια όσο αυτά κι αν προσπαθούν, τότε το παιδί πιθανότατα εκφράζει εσωτερικές ανασφάλειες.
Μπορεί μ’ αυτόν τον τρόπο να εκφράζει τους φόβους του για τη συνύπαρξή του με άλλα παιδάκια ή τα αδέλφια του ή μπορεί να εκφράζει την απειλητική παρουσία ενός ατόμου στην οικογένεια ή στο σχολείο. Τέλος, μπορεί να δείχνει έναν ιδιαίτερα εύθραυστο ψυχισμό με εντονότατες ανασφάλειες επιβίωσης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου