Τρίτη 23 Ιουλίου 2013

Η ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΩΝ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΜΕ ΔΑΦ.

Η αντιμετώπιση των προβλημάτων συμπεριφοράς των παιδιών με ΔΑΦ και άλλων σοβαρών αναπτυξιακών διαταραχών είναι πολύ συχνά μιαπρόκληση για τον εκπαιδευτικό. Απαιτεί πολύ προσεκτική παρατήρηση, υπομονή, σωστή εκτίμηση και επαρκή γνώση. Παρόλο που οι βασικές αρχές για την αντιμετώπιση των προβλημάτων συμπεριφοράς είναι οι ίδιες για όλα τα παιδιά, ο τρόπος με τον οποίο διδάσκουμε τους κανόνες και ελέγχουμε τη συμπεριφορά στα παιδιά με ΔΑΦ διαφέρει. Καταρχήν τα προβλήματα συμπεριφοράς που συνήθως αντιμετωπίζει ο δάσκαλος μέσα στην τάξη είναι η φυγή, η επιθετικότητα, ο αυτοτραυματισμός καιαυτοερεθισμός, το κλάμα ή οι φωνές και η απομόνωση.
Το πιο σημαντικό σημείο για την αντιμετώπιση των προβλημάτων συμπεριφοράς είναι η αιτιολογία της, δηλ. για ποιο λόγο το παιδί συμπεριφέρεται με ανεξέλεγκτο ή προκλητικό τρόπο.

Η αιτία συνήθως πηγάζει από:

  • Αισθητηριακούς παράγοντες
  • Τα προβλήματα επικοινωνίας
  • Τις περιορισμένες κοινωνικές δεξιότητες
  • Τα προβλήματα λόγου
  • Τις δυσκολίες του προγραμματισμού τηςκίνησης
  • Την εμμονή τους στην ομοιομορφία

Η πιο προφανής αιτία βρίσκεται στις δυσκολίεςπου αντιμετωπίζουν αυτά τα παιδιά στην επικοινωνία, όπως να κατανοούν την επικοινωνία των άλλων, να αντιλαμβάνονται τι συμβαίνει ήτι δε συμβαίνει, να δυσκολεύονται στην αλλαγή, να μη μπορούν να αντιληφθούν τα μη λεκτικά επικοινωνιακά μηνύματα των άλλων και να μη μπορούν να εκφράσουν αποτελεσματικά τις δικές τους επιθυμίες και ανάγκες. Επίσης πολλές φορές η ακατάλληλη συμπεριφορά μπορεί να είναι και ο μόνος τρόπος για την κάλυψη των δικών τους αναγκών και επιθυμιών. Το πρώτο βήμα λοιπόν, για την αντιμετώπιση του προβλήματος είναι η αναζήτηση της αιτίας που το προκαλεί.
 
Έχοντας ως δεδομένο την αδυναμία τους να κατανοήσουν την ανθρώπινη επικοινωνία και τις λειτουργίες της γλώσσας ως κοινωνικού μέσου, δίνουμε όλο το βάρος αφενός στη δόμηση του περιβάλλοντος (όπως αναφέρθηκε και προηγουμένως) και αφετέρου στην οπτικοποίηση της πληροφορίας βασιζόμενοι στην ευκολία που έχουν αυτά τα παιδιά να προσλαμβάνουν και να επεξεργάζονται πληροφορίες που δίνονται οπτικά.
Τα οπτικά μέσα δίνουν στο παιδί την απαραίτητη πληροφόρηση ή το διδάσκουν κοινωνικούς κανόνες ή κάνουν τη γνώση και τις τεχνικές δεξιότητες προσβάσιμες στο παιδί. Η οπτική υποστήριξη βοηθά στη διδασκαλία εκφραστικής επικοινωνίας λεκτικής και μη λεκτικής. Βοηθά στην εκμάθηση επικοινωνιακών και γλωσσικών δεξιοτήτων πράγμα που μειώνειαισθητά την «ανάρμοστη» συμπεριφορά.
Για τα αισθητηριακά προβλήματα είναι πολύ σημαντικό να υπάρχει ο κατάλληλος ήσυχος χώρος όπου μπορεί να ελεγχθεί ο αισθητηριακός«βομβαρδισμός» και στον οποίον μπορεί να καταφεύγει το παιδί για να χαλαρώσει. Αποφεύγουμε τον λεκτικό «βομβαρδισμό» δίνοντας σύντομες εντολές και κυρίως υποκαθιστώντας το λόγο με οπτική εντολή. Κάνουμε
μικρά και σιωπηλά διαλείμματα πριν και μετά από δραστηριότητες που εμπεριέχουν έντονα ερεθίσματα.

Όσον αφορά τον αυτοερεθισμό, το παιδί τον χρησιμοποιεί επειδή το κάνει να αισθάνεται ωραία, επειδή του επιτρέπει να αποφύγει κάτι, ή το ηρεμεί. Επιτρέπουμε τον αυτοερεθισμό σε συγκεκριμένεςστιγμές ή/ και σε συγκεκριμένουςχώρους, ενώ παρατηρώντας τον τύπο της αίσθησης που παίρνει το παιδί απότ ον αυτοερεθισμό δίνουμε δραστηριότητες που
προκαλούν παρόμοια αίσθηση. Διακόπτουμε τον αυτοερεθισμό όταν συμβαίνει κατά τη διάρκεια μια εκπαιδευτικής δραστηριότητας προσπαθώντας να κατευθύνουμε την προσοχή του παιδιού στην εργασία του και μειώνοντας τους ερεθισμούς. Π.χ μειώνουμε την ομιλία ή άλλα ακουστικά ερεθίσματα και χρησιμοποιούμε οπτικά βοηθήματα και βοηθούμε το παιδί στην ολοκλήρωση της εργασίας του.
Η επιθετικότητα είναι μια φυσική αντίδραση για την επιβίωση, ανακουφίζει απότο άγχος, συνήθως προκαλεί μια αντίδραση και εγείρει αρνητικά σχόλια. Μπορούμε να αποφύγουμε την επιθετική συμπεριφορά ενθαρρύνοντας τη λειτουργική επικοινωνία που είναι σταθερή σε όλα τα περιβάλλοντα, καταστάσει ςκαι ανθρώπους, επιτρέπονταςστο παιδί να μείνει για λίγο μόνο του «στην ησυχία τουサ και προλαμβάνοντας την επίθεση
 αναγνωρίζοντας τα σημάδια έναρξης της, δηλ μόλις δούμε τα πρώτα σημάδια εκνευρισμού απομακρύνουμε το παιδί από την πηγή τουερεθισμού πριν προκληθεί η έκρηξη.
Επίσης έχουν αναπτυχθεί προγράμματα, βασισμένα σε συγκεκριμένες προσεγγίσεις που υποστηρίζουν ότι μπορούν να ελέγξουν τα προβλήματα συμπεριφοράς. Η επιτυχία ή αποτυχία τους εξαρτάται από τη λεπτομερή αξιολόγηση του δυναμικού του παιδιού καθώς και του τρόπου επικοινωνίας του. Τα εκπαιδευτικά προγράμματα αναπτύχθηκαν με τη λογική τηςπαροχή ςσταθερής οργάνωσηςγια το μαθητή η οποία του δίνει τη δυνατότητα να αναπτύξει το δυναμικό του έτσι ώστε στη συνέχεια να έχουμε τη δυνατότητα να διδάξουμε κοινωνικές και επικοινωνιακέςδεξιότητες και κατάλληλη συμπεριφορά. Για τα περισσότερα παιδιά με ΔΑΦ η χρησιμοποίηση των οπτικών στρατηγικών βελτιώνει τη συμπεριφορά τους. Είναι απαραίτητο να διευρύνουμε τις οπτικές στρατηγικές για να αναπτύξουμε τις επικοινωνιακές δεξιότητες και την κοινωνική συναλλαγή, τη θετική συμπεριφορά και τη συμμετοχή του παιδιού. Στις περιπτώσεις που δεν μπορούμε να προλάβουμε την επιθετική συμπεριφορά, τότε πρέπει να τη σταματήσουμε αμέσως με πολύ ήρεμο αλλά αποφασιστικό τρόπο. Χρησιμοποιούμε οπτικά βοηθήματα (χειρονομίες, καθησυχαστικές κινήσεις του κεφαλιού) και μειώνουμε την ομιλία ή μιλάμε ελάχιστα και σε πολύ χαμηλό τόνο. Προσπαθούμε να οδηγήσουμε το παιδί σε ένα ήσυχο δωμάτιο και εάν επιμένει να θέλει να επιτίθεται τότε απομακρύνουμε αυτόν στον οποίο επιτίθεται και συνεχίζουμε να προσπαθούμε να τον ηρεμήσουμε και να τον οδηγήσουμε σε ήσυχο μέρος χωρίς να του λέμε πως πρέπει να συμπεριφέρεται προσέχοντας πάντα να μη βάζουμε τον εαυτό μας σε κίνδυνο.
Αποφεύγουμε το σωματικό έλεγχο, κυρίως κατά την επίθεση, σαν τελευταία επιλογή και δεν τον χρησιμοποιούμε ποτέ σε παιδιά που έχουν μεγάλες αισθητηριακές δυσκολίες, επειδή αυτό αυξάνει την επιθετική συμπεριφορά. Στιςδύσκολες περιπτώσεις ζητούμε βοήθεια.
Δεν συζητούμε καθόλου για το γεγονός εάν το παιδίχρησιμοποιεί την επίθεση για να τραβήξει το ενδιαφέρον. Κάθε συνέπεια της επιθετικής συμπεριφοράς θα πρέπει να συζητιέται αφού το παιδί θα έχει ηρεμήσει. Σε κάθε περίπτωση το συγκεκριμένο γεγονός θα πρέπει να αξιολογείται προσεκτικά δηλ. τι προηγήθηκε τηςσυμπεριφοράς, ποιος τρόπος καταστολής ήταν πιο αποτελεσματικός κ.λ.π. προκειμένου να προλαμβάνουμε τέτοιες συμπεριφορές.
Η φυγή και το κρύψιμο είναι και αυτές βασικές συμπεριφορές επιβίωσης, ανακουφίζουν από το άγχος. Είναι επίσης συμπεριφορές εναλλακτικές στην επιθετικότητα η οποία είναι δυσκολότερη στο χειρισμό της. Προληπτικά, η χρησιμοποίηση αισθητηριακών παρεμβάσεων βοηθάει στην μείωση του άγχουςκαι προλαμβάνει τον υπερβολικό ερεθισμό. Είναι βοηθητικό και η χρησιμοποίηση συστήματος οπτικών ενισχυτών για να ενθαρρύνουμε το παιδί να παραμένει στο συγκεκριμένο χώρο και η διδασκαλία βασικών κανόνων ασφάλειας όπως«σταματάμε και καθόμαστε». Σε κάθε περίπτωση ελέγχουμε πάντοτε που βρίσκεται το παιδί χωρίς να είμαστε δίπλα του για να μη προκαλούμε το «κυνηγητό», οριοθετούμε και κατευθύνουμε με το σώμα μας το παιδί εκεί που θέλουμε να πάει.
Αποφεύγουμε να λέμε «έλα εδώ» επειδή δεν πρόκειται να το κάνουν. Όπως και με την επιθετικότητα, η σωματική επιβολή πρέπει να αποφεύγεται και όταν η κατάσταση γίνεται ανεξέλεγκτη τότε ζητούμε βοήθεια.
Οι φωνές, το κλάμα και η απομόνωση είναι αποτέλεσμα της ανάγκης του παιδιού για αυτοερεθισμό ή φυγή. Και εδώ το σύστημα οπτικής ενίσχυσης και η μείωση των διαταρακτικών στοιχείων μπορεί να εξυπηρετήσουν ενώ η τιμωρία μπορεί να προκαλέσει επιθετική συμπεριφορά ή φυγή.
 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου